Κάποιοι μαθητές δυσκολεύονται με την ανάγνωση, αλλά δεν εντάσσονται στους μαθητές με διάγνωση μαθησιακών δυσκολιών. Οι μαθητές αυτοί μπορεί να βρίσκονται λίγο πιο πίσω από τους συμμαθητές τους και χρειάζονται μόνο λίγο παραπάνω χρόνο για να πετύχουν την αντίστοιχη (προς τους συμμαθητές τους) μάθηση, ή μπορεί να χρειάζονται πιο συστηματική και ειδική διδασκαλία για να προχωρήσουν απρόσκοπτα στη συνέχεια, ή μπορεί οι μαθητές αυτοί να είχαν προηγούμενη ελλιπή διδασκαλία στην ανάγνωση. Στις περιπτώσεις αυτές, η πρόοδος των μαθητών εξαρτάται από την αποτελεσματική διδασκαλία στο σχολείο και την γενικότερη υποστήριξη των γονιών και της οικογένειάς τους, ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες μάθησης των μαθητών αυτών.

Κάποιοι άλλοι μαθητές επίσημα εντάσσονται στη διαγνωστική κατηγορία των μαθησιακών δυσκολιών. Οι μαθητές αυτοί θα πρέπει να τύχουν της επίσημης υποστήριξης του εκπαιδευτικού συστήματος, στο πλαίσιο εξατομικευμένης παρέμβασης για την ανάπτυξη της ανάγνωσης. 
 

Αρχικά, να διευκρινίσουμε ότι οι ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΜΑΘΗΣΗΣ δεν ταυτίζονται με τις ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ. Οι δυσκολίες μάθησης είναι η ευρύτερη κατηγορία και οι μαθησιακές δυσκολίες είναι υποκατηγορία αυτής.
Συγκεκριμένα, ως δυσκολίες μάθησης ορίζονται όλες οι δυσκολίες που εντοπίζονται κατά τη διαδικασία της μάθησης και την επαφή με γνωστικά  έργα, οι οποίες μπορούν να αποδοθούν σε εμφανείς αιτίες, όπως οι διαφοροποιήσεις στο νοητικό δυναμικό, αισθητηριακά προβλήματα και επιβαρυμένο ιατρικό ιστορικό. Επίσης, δυσκολίες μάθησης προκύπτουν από την ύπαρξη αυτιστικών στοιχείων και  αυτισμού, ψυχικών προβλημάτων, καθώς και από χαμηλό κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο και μεγάλα γεγονότα ζωής, όπως θάνατος στην οικογένεια, μερικές φορές και θετικά γεγονότα όπως η γέννηση ενός άλλου παιδιού στην οικογένεια μπορεί να προκαλέσει περιστασιακά προβλήματα μάθησης. Τέλος, στη μεγάλη αυτή ομάδα ανήκουν και οι δυσκολίες που οφείλονται σε μη εμφανείς / μη αναμενόμενες αιτίες όπως είναι οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία, δυσαναγνωσία κλπ).

Από την άλλη, οι (ειδικές) μαθησιακές δυσκολίες είναι οι ΜΗ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΕΣ δυσκολίες στη μάθηση που εμφανίζονται με υποεπίδοση. Κύριο χαρακτηριστικό είναι  η διάσταση μεταξύ του νοητικού δυναμικού και της επίδοσης. Δηλαδή, ως μαθησιακές δυσκολίες μπορούμε να ορίσουμε τις δυσκολίες στη μάθηση που παρατηρούνται όταν δεν συντρέχουν άλλες εμφανείς αιτίες υποεπίδοσης, όπως νοητική καθυστέρηση, κλπ., και ωστόσο ο μαθητής δεν ανταπεξέρχεται σε ακαδημαϊκά έργα αντίστοιχα της ηλικιακής του ομάδας. Ο πίνακας 2 αναφέρεται στις δυο αυτές ομάδες δυσκολιών, ενώ η εικόνα 2 δείχνει ότι οι μαθησιακές δυσκολίες είναι υποσύνολο των δυσκολιών μάθησης.

Δυσκολίες μάθησης
 
Μαθησιακές δυσκολίες
 
  • Ειδικές μαθησιακές δυσκολίες
  • Νοητική καθυστέρηση
  • Αισθητηριακά ελλείμματα
  • Αυτισμός
  • Προβλήματα ψυχικής υγείας
  • Χρόνια ιατρικά προβλήματα που έχουν επίδραση στη μάθηση (π.χ. λόγω φαρμακευτικής αγωγής)
  • Κοινωνικοοικονομικά θέματα (όπως ακραίες συνθήκες φτώχειας και ακραία έλλειψη μορφωτικών ευκαιριών)
  • Δυσλεξία
  • Δυσαναγνωσία
  • Δυσορθογραφία
  • Δυσγραφία
  • Δυσαριθμησία
  • Δυσφασία
  • Προβλήματα συντονισμού και αδεξιότητα
  • Διάσπαση προσοχής με ή χωρίς υπερκινητικότητα

Πίνακας: Δυσκολίες μάθησης και μαθησιακές δυσκολίες

Οι όροι αυτοί εν πολλοίς ταυτίζονται και αναφέρονται στις αναπτυξιακού τύπου δυσκολίες μάθησης που δεν αποδίδονται σε άλλους γνωστούς παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν υποεπίδοση. Αναφέρονται δηλαδή στους μαθητές που έχουν θετικούς τους παράγοντες που συμβάλλουν στη μάθηση (νοημοσύνη, καλή κατάσταση υγείας και αισθητηρίων οργάνων, και κοινωνικοοικονομικών συνθηκών), ωστόσο παρουσιάζουν μη αναμενόμενα ελλείμματα. Η μεγάλη διαφοροποίηση  γίνεται κυρίως με τους μαθητές που παρουσιάζουν αποκλίσεις στο νοητικό δυναμικό (οριακή νοημοσύνη και νοητική καθυστέρηση).
Ως αναγνωστικές δυσκολίες, ορίζεται η κατάσταση όπου εμφανίζονται δυσκολίες όπως:



Εννοιολογική αποσαφήνιση των μαθησιακών δυσκολιών

Παρά την τεράστια παραγωγή δεδομένων και σχετικών δημοσιεύσεων της διεθνούς βιβλιογραφίας για τις ΜΔ, μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει καθολική συναίνεση σχετικά με τη φύση και τα αίτια της διαταραχής αυτής, με συνακόλουθο αποτέλεσμα να μην υπάρχει ένας μόνο ορισμός.
Σύμφωνα με το National Joint Committee on Learning Disabilities, (1987):
«Μαθησιακές Δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος ο οποίος αναφέρεται  σε μια ετερογενή ομάδα διαταραχών που προέρχονται από σοβαρές δυσκολίες στην εκμάθηση και χρήση του λόγου, της ανάγνωσης, της γραφής, της λογικής σκέψης και των μαθηματικών ικανοτήτων. Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς και υποστηρίζεται ότι οφείλονται σε δυσλειτουργία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος. Συχνά μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να υπάρχουν ταυτόχρονα και σε άλλες συνθήκες ανεπάρκειας π.χ. αισθητηριακές βλάβες, νοητική καθυστέρηση, κοινωνική ή συναισθηματική διαταραχή. Μπορεί επίσης να συνυπάρχουν και περιβαλλοντικού τύπου προβλήματα όπως π.χ. πολιτισμική αποστέρηση, ακατάλληλη ή ανεπαρκής διδασκαλία κ.τ.λ. Πρέπει όμως να τονιστεί ότι δεν είναι άμεσο αποτέλεσμα των συνθηκών αυτών»
Από την άλλη, σύμφωνα με το IDEA (2002), 
«Οι μαθησιακές δυσκολίες αναφέρονται σε διαταραχές σε μια ή περισσότερες από τις βασικές ψυχολογικές διεργασίες που εμπεριέχονται στη χρήση του προφορικού ή γραπτού λόγου, οι οποίες έχουν ως συνέπεια «ατελή» ικανότητα ακουστικής αντίληψης, σκέψης, λόγου, ανάγνωσης, γραφής, ορθογραφίας, μαθηματικών ικανοτήτων. Ο όρος περιλαμβάνει περιπτώσεις όπως αντιληπτική ανεπάρκεια, εγκεφαλική βλάβη, ελάχιστη εγκεφαλική δυσλειτουργία, δυσλεξία και αναπτυξιακή αφασία. Στον όρο δεν εμπεριέχονται περιπτώσεις παιδιών των οποίων το πρόβλημα είναι αποτέλεσμα οπτικής, ακουστικής ή κινητικής ανεπάρκειας, νοητικής καθυστέρησης ή προέρχονται από δυσμενείς περιβαλλοντικές, πολιτισμικές ή οικονομικές συνθήκες» 

Η μελέτη των διαφορετικών αυτών ορισμών καταλήγει ότι αυτοί συγκλίνουν σε επτά σημεία: στο ότι οι ΜΔ χαρακτηρίζονται από ανομοιογένεια, είναι πιθανό αποτέλεσμα εγκεφαλικής δυσλειτουργίας, αφορούν ψυχολογικές διεργασίες, συνδέονται με υποεπίδοση, εκδηλώνονται στον προφορικό και γραπτό λόγο και συνδέονται με διαταραχές συλλογισμού και μάθησης, συμβαίνουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής και δεν είναι αποτέλεσμα άλλης ανεπάρκειας (Τζουριάδου, 2011). Πέρα ωστόσο από την επιστημονική συζήτηση και εν πολλοίς αντιπαράθεση, είναι ευρέως αποδεκτό ότι οι μαθησιακές δυσκολίες αποτελούν μια υπαρκτή κατάσταση που δημιουργεί εμπόδια και προβλήματα στη σχολική μάθηση σε ένα σημαντικό ποσοστό των παιδιών.