Post

Ανίχνευση

Ανίχνευση είναι γενικά ένα σύντομο και οικονομικό τεστ, το οποίο χρησιμοποιείται αφενός για να εντοπιστούν οι μαθητές που χρήζουν περαιτέρω αξιολόγησης, και παραπέμπονται γι’ αυτό, και αφετέρου για να εντοπιστούν οι μαθητές που πιθανότατα να χρειάζονται υποστήριξη (Tzivinikou, 2002, Tzivinikou, et al, 1997). Η ανίχνευση είναι μια αρχική διαδικασία με την οποία επιλέγουμε, μέσα από τον γενικό πληθυσμό, τα άτομα εκείνα που είναι πιθανόν να παρουσιάζουν αυτό που μας ενδιαφέρει, χωρίς όμως να εξετάζουμε λεπτομερώς κάθε άτομο.

Ανίχνευση διαταραχών λόγου και ομιλίας
μέσω του αφηγηματικού λόγου, σε παιδιά προσχολικής ηλικίας (Παντελιάδου & Αντωνίου, 2007α)
Επιγραμματικά οι σκοποί του τεστ είναι: α) εντοπισμός δυσκολιών στον λόγο στην προσχολική ηλικία, β) η καταγραφή των αναμενόμενων επιδόσεων και αλλαγών στον λόγο κατά την ανάπτυξη, γ) η μελλοντική δυνατότητα για σύγκριση της επίδοσης των παιδιών προσχολικής ηλικίας στο τεστ αυτό με τη μετέπειτα επίδοσή τους στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, καθώς και σε σταθμισμένα τεστ. Το τελευταίο, ειδικότερα, θα οδηγήσει σε περαιτέρω διερεύνηση της δυνατότητας του τεστ να προβλέψει μελλοντικές μαθησιακές δυσκολίες που είναι και το ζητούμενο μιας και παρατηρείται αύξηση των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες.


Το τεστ περιλαμβάνει 3 κλίμακες:
α) Κλίμακα αφήγησης, η οποία διαφοροποιείται σε υποκλίμακες ως προς δύο ηλικιακές ομάδες, δηλαδή σε παιδιά 3 έως 4 ετών χορηγείται η υποκλίμακα αφήγησης με κουκλόσπιτο, ενώ σε παιδιά 4 έως 6 ετών χορηγείται η υποκλίμακα αφήγησης με εικόνες.
β) Κλίμακα κατονομασίας, η οποία αποτελείται από την υποκλίμακα κατονομασίας αντικειμένων και την υποκλίμακα κατονομασίας εικόνων.
γ) Κλίμακα κατανόησης, η οποία αποτελείται από την υποκλίμακα κατανόησης αντικειμένων και την υποκλίμακα κατανόησης εικόνων.

Ανίχνευση και διερεύνηση των αναγνωστικών δυσκολιών
στο Νηπιαγωγείο και στην Α’ & Β’ Δημοτικού (Πόρποδας, 2007)
Το τεστ Ανίχνευσης και Διερεύνησης αναγνωστικών δυσκολιών περιλαμβάνει τέσσερα εγχειρίδια. Το πρώτο εγχειρίδιο είναι η περιγραφή του τεστ, το δεύτερο είναι ο οδηγός του εξεταστή, το τρίτο είναι το φυλλάδιο εξέτασης και το τέταρτο είναι το τεύχος παρουσίασης υλικού.
Ο σκοπός του εργαλείου είναι να συμβάλλει στη διάγνωση του επιπέδου ανάπτυξης των γνωστικών-γλωσσικών παραγόντων των παιδιών, ηλικίας νηπιαγωγείου, που προϋποθέτουν τη μετέπειτα εκμάθηση της ανάγνωσης. Επίσης, γίνεται ανίχνευση και έγκαιρος εντοπισμός των παιδιών με ελλιπή ανάπτυξη αυτών των γνωστικών-γλωσσικών παραγόντων ώστε να αντιμετωπιστούν πιθανές δυσκολίες στη μετέπειτα φοίτησή τους στην Α’ Δημοτικού. Το τεστ μπορεί να χορηγηθεί σε κάθε μαθητή νηπιαγωγείου και να αξιολογήσει παιδιά που πιθανόν θα δυσκολευτούν ή θα διευκολυνθούν στην εκμάθηση της ανάγνωσης.

Επιπροσθέτως, είναι οδηγός εξατομικευμένης εκπαιδευτικής παρέμβασης σε συγκεκριμένες ηλικίες. Παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για το είδος και το επίπεδο της παρέμβασης που πρέπει να γίνει, ώστε να ενδυναμωθούν οι γλωσσικοί παράγοντες και να επέλθει μια έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση. Η χορήγηση του τεστ είναι ατομική και πραγματοποιείται σε ένα ήσυχο κι ευχάριστο χώρο, χωρίς την παρουσία άλλων προσώπων. Ο εξεταστής εξ αρχής οφείλει να είναι φιλικός με το παιδί, ώστε να το αποφορτίσει ψυχολογικά, να αναπτύξει μεταξύ τους μια καλή επικοινωνία και να ενεργοποιήσει το ενδιαφέρον του μιλώντας για καθημερινά θέματα, προσιτά προς το παιδί. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης, ο εξεταστής πρέπει να έχει υπόψη του, ότι δεν είναι ένας «ψυχρός αξιολογητής», και ότι πρέπει να μεταχειρίζεται ίσα τους εξεταζομένους. Επιπλέον, πρέπει να δείχνει το ενδιαφέρον του προς τις απαντήσεις των παιδιών, επιβραβεύοντάς τις όταν είναι σωστές και ενθαρρύνοντάς τις όταν είναι λάθος. Για τη χορήγηση του τεστ, προϋπόθεση αποτελεί η βασική αναγνωστική λειτουργία, δηλαδή το παιδί να ξέρει να διαβάζει μεμονωμένες λέξεις, όχι απαραίτητα προτάσεις και κείμενο.

Το τεστ αποτελείται από εννέα δοκιμασίες-κλίμακες αξιολόγησης, οι οποίες αξιολογούν τέσσερις βασικούς τομείς γνωστικών-γλωσσικών λειτουργιών που συνθέτουν και υποστηρίζουν την εκμάθηση και τη διεκπεραίωση της αναγνωστικής λειτουργίας. Οι τέσσερις βασικοί τομείς είναι: η αναγνωστική αποκωδικοποίηση, η αναγνωστική κατανόηση, η φωνολογική επίγνωση και η βραχύχρονη μνήμη φωνολογικών πληροφοριών.

Ανίχνευση και διερεύνηση διαταραχών μνήμης
στο Νηπιαγωγείο και στο Δημοτικό σχολείο (Μπεζεβέγκης, Οικονόμου, Μυλωνάς, 2007)
Το Τεστ Μνήμης είναι ένα ψυχομετρικό εργαλείο που στοχεύει στην ανίχνευση και τη διερεύνηση διαταραχών μνήμης που σχετίζονται με μαθησιακές δυσκολίες.
Οι σκοποί του Τεστ είναι ο εντοπισμός παιδιών στην προσχολική ηλικία και στο Δημοτικό σχολείο με δυσκολίες στη μνήμη, η καταγραφή των αναμενόμενων επιδόσεων των αλλαγών στη μνήμη κατά την ανάπτυξη και η δυνατότητα σύγκρισης της επίδοσης των παιδιών στο τεστ αυτό με άλλα σταθμισμένα τεστ.
Η θεωρητική βάση του τεστ έχει να κάνει με τη μνήμη και τις λειτουγίες της, που υποστηρίζουν την καταγραφή και κωδικοποίηση των πληροφοριών, την αποθήκευσή και τηρησή τους. Όσον αφορά το περιεχόμενο η διάκριση γίνεται με βάση το βαθμό συνειδητότητας στην ανάκληση σε δηλωτική (συνειδητή ανάκληση) και σε άδηλη μνήμη. Η δηλωτική μνήμη με τη σειρά της αποτελείται από τη σημασιολογική (μνήμη γνώσεων) και τη βιωματική (μνήμη επεισοδίων).
Η διαδικασία χορήγησης και βαθμολόγησης του τεστ περιλαμβάνει γενικές και ειδικές οδηγίες. Αποτελείται από την Ανιχνευτική Κλίμακα Λεκτικής και Οπτικής Μνήμης, την Κλίμακα Ανάκλησης Ιστοριών και την Κλίμακα Ανάκλησης Οπτικών Πληροφοριών.

Ανίχνευση της ψυχοκοινωνικής προσαρμογής των μαθητών προσχολικής και σχολικής ηλικίας
(Χατζηχρήστου, κ.ά., 2007)
Το Τεστ Ψυχοκοινωνικής Προσαρμογής για παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας είναι μία αξιολογική κλίμακα που αποβλέπει αφενός, στον εντοπισμό δεξιοτήτων ή ελλειμμάτων στον κοινωνικό και συναισθηματικό τομέα κυρίως, αλλά σχετίζεται αφετέρου, και με την σχολική προσαρμογή των παιδιών που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες.
Με άλλα λόγια, το Τεστ μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον ειδικό με στόχο πρώτον να αξιολογήσει τα ψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά που συνδέονται με τις δυσκολίες της μάθησης και δεύτερον να εντοπίσει χαρακτηριστικά του ψυχοκοινωνικού προφίλ των παιδιών με διαγνωσμένες μαθησιακές δυσκολίες,τα οποία ενδέχεται να αποτελέσουν προβλεπτικούς παράγοντες προβλημάτων στη μετέπειτα μαθησιακή πορεία του παιδιού.Επιπλέον, το τεστ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εντοπίσει τις παραμέτρους εκείνες που θα ενι- σχύσουν την ανθεκτικότητα του παιδιού με δυσκολίες μάθησης να προσαρμοστεί στο σχολικό πλαίσιο, βοηθώντας σ ’αυτό παράλληλα η αξιολόγηση των τομέων ψυχοκοινωνικής επάρκειας του παιδιού που αναφέρθηκαν παραπάνω (κοινωνική, σχολική και συναισθηματική επάρκεια και αυτοαντίληψη).
Περιγραφή του τεστ: Το Τεστ Ψυχοκοινωνικής Προσαρμογής είναι ένα σταθμισμένο τεστ που αξιολογεί την πολυδιάστατη δομή της ψυχοκοινωνικής προσαρμογής του παιδιού, εστιάζοντας σε ελλείμματα και, παράλληλα, και σε δεξιότητες αντλώντας πληροφορίες από τον εκπαιδευτικό. Το θεωρητικό πρότυπο στο οποίο βασίζεται η κατασκευή του εστιάζεται στην ανίχνευση δυσκολιών αλλά και στην αξιολόγηση δεξιοτήτων στην συμπεριφορά των παιδιών, αποτελώντας με τον τρόπο αυτό συστοιχία δοκιμασιών ενδο-ατομικής και διατομικής αξιολόγησης. Ως ψυχοτεχνικό εργαλείο αποτελεί μέρος συστηματικών προσπαθειών για ολόπλευρη αξιολόγηση των μαθησιακών δυσκολιών σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας.
Το Τεστ αποτελείται συνολικά από 3 κλίμακες:
αφορούν παιδιά προσχολικής ηλικίας (4 έως 6 ετών)
αφορούν παιδιά σχολικής ηλικίας (7 έως 12 ετών)
αυτοαναφορά (10 έως 12 ετών)

Ανίχνευση και διερεύνηση διαταραχών της διαδικασίας της μάθησης και της κατηγοριοποίησης
στο Νηπιαγωγείο και στο Δημοτικό σχολείο (Οικονόμου, κ.ά., 2007β)
Σκοπός δημιουργίας του εργαλείου είναι ο εντοπισμός των παιδιών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εκμάθηση λεκτικών πληροφοριών και την κατανόηση αντιληπτικών και εννοιολογικών σχέσεων.
Με την βοήθεια του τεστ αυτού καταγράφονται οι αναμενόμενες επιδόσεις και αλλαγές στην μάθηση, στην εννοιολογική οργάνωση και στην κατηγοριοποίηση.
Το τεστ αποτελείται από δύο κλίμακες, αυτή της μάθησης και εκείνη της κατηγοριοποίησης. Αρχικά με τον όρο μάθηση τονίζεται η απόκτηση καινούριων πληροφοριών ενώ η κατηγοριοποίηση προϋποθέτει την ικανότητα αντίληψης, αξιολόγησης και χειρισμού που λαμβάνει το άτομο, συμβάλλοντας στον εμπλουτισμό του λεξιλογίου του.
Η διαδικασία χορήγησης της κλίμακας
Στις ηλικίες 5- 8 ετών, ο εξεταστής διαβάζει στο παιδί έναν κατάλογο που αποτελείται από οχτώ λέξεις δύο εννοιολογικών κατηγοριών,(π.χ.: 4 φρούτα, 4 σχολικά είδη), κάνοντας παύση ενός δευτερολέπτου ανάμεσα στις λέξεις. Στη συνέχεια ζητείται από το παιδί να ανακαλέσει όσες λέξεις θυμάται από τον κατάλογο και ταυτόχρονα ο εξεταστής σημειώνει τις απαντήσεις του χωρίς να παρεμβαίνει. Η παραπάνω διαδικασία επαναλαμβάνεται 5 φορές. Έπειτα χορηγείται ένας δεύτερος κατάλογος 8 λέξεων 2 εννοιολογικών κατηγοριών, η μία εκ των οποίων συμπίπτει με του πρώτου καταλόγου (π.χ. 4 φρούτα, 4 είδη κουζίνας) και το παιδί καλείται πάλι να ανακαλέσει τις λέξεις του δεύτερου καταλόγου και έπειτα αυτές του πρώτου με ένδειξη (π.χ. όλα τα αντικείμενα που είναι φρούτα). Ακολουθεί διακοπή 20-30 λεπτών και το παιδί ανακαλεί τα αντικείμενα του πρώτου καταλόγου με την μέθοδο της ελεύθερης ανάκλησης και με της ένδειξης. Τέλος ο εξεταστής διαβάζει έναν κατάλογο τριάντα λέξεων που περιέχει λέξεις του πρώτου, του δεύτερου καθώς και διάφορες άλλες. Ο εξεταζόμενος καλείται να αναγνωρίσει τις λέξεις που προέρχονται από τον πρώτο κατάλογο.
Στις ηλικίες 9-12 ετών, ο εξεταστής διαβάζει στο παιδί έναν κατάλογο που αποτελείται από δώδεκα λέξεις τριών εννοιολογικών κατηγοριών,(π.χ.: 4 φρούτα, 4 σχολικά είδη, 4 ρούχα), κάνοντας παύση ενός δευτερολέπτου ανάμεσα στις λέξεις. Έπειτα, ακολουθείται η ίδια διαδικασία όπως στις ηλικίες 5-8 ετών με τη διαφορά ότι ο τελικός κατάλογος περιέχει σαράντα πέντε λέξεις. Και στις δύο ηλικιακές ομάδες οι λέξεις αποτελούνται από 2- 4 συλλαβές, είναι οικείες στο παιδί και έχουν τοποθετηθεί με τυχαία σειρά στον κατάλογο για την αποφυγή της ύπαρξης δύο συνεχόμενων λέξεων της ίδιας εννοιολογικής κατηγορίας.
Η διαδικασία της κλίμακας κατηγοριοποίησης
Είναι κοινή και για τις δύο ηλικιακές ομάδες. Ο εξεταστής τοποθετεί μπροστά στο παιδί τις καρτέλες εικόνων οι όποιες είναι δύο ειδών α) γεωμ. σχήματα β) ζώα, φυτά, αντικείμενα και του ζητά να τις κατηγοριοποιήσει ως προς το σχήμα, το χρώμα ή το μέγεθος τους . Στην πρώτη φάση της εξέτασης μεταβάλλονται δύο από τις τρείς διαστάσεις δύο αντικειμένων (π.χ. σχήμα- χρώμα). Σε περίπτωση λάθους ο εξεταστής ξανά μπερδεύει τις καρτέλες και ζητά από το παιδί να τις κατηγοριοποιήσει πάλι χωρίς όμως να του αποκαλύπτει την ύπαρξη λάθους. Αν το λάθος επαναλαμβάνεται ο εξεταζόμενος ερωτάται για την επιλογή του και συνεχίζεται η διαδικασία .Στην περίπτωση που το παιδί αποτύχει στην μεταβολή των δύο διαστάσεων η εξέταση συνεχίζεται με την μεταβολή μόνο της μίας διάστασης.

Αναγνώριση μαθησιακών δυσκολιών στην τάξη για μαθητές 8-15 ετών
(Παντελιάδου & Αντωνίου, 2007β)
Στόχος του εργαλείου για την Ανίχνευση των Μαθησιακών Δυσκολιών από Εκπαιδευτικούς (ΑΜΔΕ) είναι η αρχική αναγνώριση των μαθησιακών δυσκολιών σε μαθητές ηλικίας 8-15.
Καλύπτει όχι μόνο το πλαίσιο του γραπτού λόγου αλλά και τις περιοχές του προφορικού λόγου, του συλλογισμού και των μαθηματικών.
Σημαντικό επίσης είναι ότι το ΑΜΔΕ μπορεί να συμπληρωθεί από όλους τους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Συνεπώς οι εκπαιδευτικοί, με την χρήση του ΑΜΔΕ δύνανται να εστιάσουν σε συγκεκριμένες δεξιότητες αλλά και συμπεριφορές καθώς και να αντιληφθούν καλύτερα τις δυσκολίες των μαθητών τους ώστε να ενημερώσουν έγκαιρα τους γονείς για να αρχίσει η εκπαιδευτική παρέμβαση που είναι κατάλληλη για τον κάθε μαθητή.
Προϋποθέσεις χορήγησης του εργαλείου
Η χορήγηση του εργαλείου γίνεται εφόσον έχουν αποκλειστεί άλλοι παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μαθησιακά προβλήματα. Απαραίτητο είναι ο εκάστοτε μαθητής να έχει κανονική, ανελλιπή φοίτηση ώστε οι ΜΔ να μην είναι απόρροια φτωχής διδασκαλίας αλλά και να κατέχει την ελληνική γλώσσα.
Περιεχόμενα εργαλείου
1.Φυλλάδιο εξέτασης
2.Οδηγός εξεταστή
3.Περιγραφή
Τρόπος χορήγησης
Το εργαλείο αποτελείται από 6 κλίμακες (πρόσληψη, παραγωγή, ανάγνωση, γραφή, συλλογισμός, μαθηματικά).

Ανίχνευση και αξιολόγηση εκτελεστικών λειτουργιών στο Δημοτικό σχολείο
(Σίμος, Μουζάκης & Σιδερίδης, 2007α)
Το εργαλείο για την Αξιολόγηση Επιτελικών Λειτουργιών (ΑΞΕΛ) απευθύνεται σε παιδιά σχολικής ηλικίας (6-10 ετών).
Σκοπός του τεστ είναι η ανίχνευση (κυρίως στην Α τάξη) της πιθανότητας εμφάνισης δυσκολιών μάθησης. Η αναλυτική εκτίμηση (στις Β’ έως Ε’ τάξεις) πιθανόν ελλειμμάτων σε επιμέρους γνωστικούς τομείς που συμβάλλουν στην εμφάνιση των εν λόγο δυσκολιών.
Απώτερος στόχος της χρήσης του εργαλείου είναι η εξαγωγή αξιόπιστων και επαρκών στοιχειών για τον καλύτερο σχεδιασμό προγραμμάτων εξατομικευμένης εκπαιδευτικής παρέμβασης για την πρόληψη ή την αντιμετώπιση δυσκολιών μάθησης λαμβάνοντας υπόψη τις γνωστικές ιδιαιτερότητες του μαθητή.
Ενότητες
Λεκτικές αλληλουχίες: Εξετάζει τη δεξιότητα του παιδιού να θέτει σε λογική διαδοχή μια σειρά από ερεθίσματα που μπορεί να είναι γράμματα, αριθμοί ή λέξεις κ.λπ.
Μη λεκτικές αναλογίες: Σκοπός αυτής της δοκιμασίας είναι η αξιολόγηση της επαγωγικής σκέψης σε μη λεκτικά πλαίσια.
Δοκιμασία επαγωγικής σκέψης- Λεκτικές αναλογίες: Η δοκιμασία αυτή αξιολογεί την επαγωγική σκέψη καθώς και την ικανότητα δημιουργίας και διατήρησης ενός προτύπου αναλυτικό-συνθετικού συλλογισμού σε λεκτικό πλαίσιο.
Μη λεκτικές αλληλουχίες: Κάθε πρόβλημα παρουσιάζει μια σειρά από 4 εικόνες που παρουσιάζουν σκηνές από μια ιστορία (Α’ Μέρος) ή σύνθετα γεωμετρικά σχήματα (Β’ Μέρος) στη σωστή τους σειρά.
Η δοκιμασία Πύργου είναι μια νευροψυχολογική δοκιμασία, σχεδιασμένη για την αξιολόγηση ικανοτήτων μη-λεκτικού σχεδιασμού και επίλυσης προβλημάτων.

Εντοπισμός αναγνωστικών λαθών σε μαθητές 8-15 ετών
(Παντελιάδου & Σιδερίδης, 2007)
Το Τεστ-Α έχει ως στόχο τη σφαιρική αξιολόγηση της αναγνωστικής δεξιότητας μαθητών που φοιτούν στις τάξεις από τη Γ’ Δημοτικού έως και τη Γ’ Γυμνασίου και ο εντοπισμός όσων μαθητών αντιμετωπίζουν σοβαρές αναγνωστικές δυσκολίες στις ηλικίες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Αποτελείται από τέσσερις δομικούς άξονες: αποκωδικοποίηση, ευχέρεια, μορφολογία-σύνταξη και κατανόηση. Ακόμη το Τεστ-Α παρέχει τη δυνατότητα για συγκριτική αξιολόγηση της αναγνωστικής επίδοσης ενός μαθητή σε σχέση με το ΜΟ της τάξης, τη δυνατότητα ανίχνευσης των μαθητών με σοβαρές αναγνωστικές δυσκολίες, τη διευκόλυνση της τυπικής διάγνωσης τους , τη δυνατότητα συμμετοχής των εκπαιδευτικών στην ανίχνευση των ΜΔ, τη δυνατότητα ορθολογικής και τεκμηριωμένης σύνταξης του εξατομικευμένου εκπαιδευτικού προγράμματος και ερευνητικής αξιοποίησής της.
Το Τεστ Ανάγνωσης (Τεστ-Α) αποτελείται από τρία εγχειρίδια: την περιγραφή, τον οδηγό εξεταστή, την παρουσίαση υλικού, και τρία φυλλάδια εξέτασης.
Περιγραφή: Αρχικά, το πρώτο που αξιολογείται είναι η αναγνωστική αποκωδικοποίηση, η οποία είναι η διαδικασία αναγνώρισης και χειρισμού του αλφαβητικού κώδικα, μέσα από την οποία ο μαθητής μπορεί να αναγνωρίσει τα φωνήματα μιας λέξης και στη συνέχεια να τα συνθέσει ώστε να διαβάσει με ακρίβεια.
Ασκήσεις: Το τεστ-Α αποτελείται από 10 ασκήσεις που εξετάζουν τους παραπάνω δομικούς άξονες. Οι ασκήσεις 1-3 εξετάζουν την αποκωδικοποίηση, συγκεκριμένα η άσκηση 1 εστιάζει στην ανάγνωση άσημων λέξεων, η άσκηση 2 στην ανάγνωση πραγματικών λέξεων κα η άσκηση 3 στη διάκριση μεταξύ πραγματικών και άσημων λέξεων. Στη συνέχεια η άσκηση 4 εξετάζει την ευχέρεια μέσω της φωναχτής, ακριβούς και γρήγορης αποκωδικοποίησης κειμένου χωρίς να απαιτείται η κατανόησή του. Οι ασκήσεις 5-8 αναφέρονται στη μορφολογία-σύνταξη και ειδικότερα η άσκηση 5 στο σχηματισμό ρημάτων σε διάφορα πρόσωπα και εγκλίσεις, καθώς και επιλογή χρόνου, η άσκηση 6 στη παραγωγή σύνθετων λέξεων και οι ασκήσεις 7, 8 στη σύνταξη προτάσεων με και χωρίς τη βοήθεια εικόνας που αναπαριστά το νόημα της πρότασης. Τέλος, οι ασκήσεις 9, 10 αφορούν την κατανόηση και συγκεκριμένα η άσκηση 9 στην αναγνώριση ισοδύναμων σημασιολογικά προτάσεων ενώ η 10η στη κατανόηση ερωτήσεων κυριολεκτικού, λεξιλογικού και συμπερασματικού τύπου καθώς και ερωτήσεων εκτίμησης.
Ανίχνευση και αξιολόγηση δοκιμασιών για την αξιολόγηση της λειτουργίας της προσοχής και της συγκέντρωσης στο Δημοτικό σχολείο
(Σίμος, Μουζάκης & Σιδερίδης, 2007β)
Το τεστ ανίχνευσης και αξιολόγησης της συγκέντρωσης και της προσοχής (ΑΣΥΠ) αφορά παιδιά Δημοτικού, συγκεκριμένα ηλικίας 6 έως 10 ετών.
Σκοπός του ΑΣΥΠ είναι η ανίχνευση δυσκολιών προσοχής και συγκέντρωσης στο Δημοτικό σχολείο και ιδιαίτερα στην Α’ τάξη.
Παράλληλα παρουσιάζει μια αναλυτική εκτίμηση πιθανών ελλειμμάτων στις δυο διαστάσεις της προσοχής και της συγκέντρωσης κυρίως στις Β’- Ε’ τάξεις. Το ΑΣΥΠ συμπληρώνει το τεστ Ανίχνευσης και Διερεύνησης Διαταραχών Μνήμης καθώς η ικανότητα παρατεταμένης εστίασης της προσοχής μειώνει την επίδραση παρεμβολών και βελτιώνει την πρωτογενή μνήμη του ατόμου. Επίσης συμπληρώνει το τεστ Αξιολόγησης Επιτελικών Λειτουργιών (ΑΞΕΛ) τόσο εννοιολογικά όσο και κλινικά αφού οι δύο τομής ψυχολογικών λειτουργιών συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους.
Το ΑΣΥΠ περιλαμβάνει τέσσερις δοκιμασίες (δύο οπτικές και δύο ακουστικές) που αξιολογούν τη λειτουργία της προσοχής και της συγκέντρωσης. Στο στόχαστρο του τεστ τίθενται παιδιά με αισθητηριακά ελλείμματα (μειωμένη οπτική οξύτητα ή ακουστική έκπτωση), με αναπτυξιακά ελλείμματα λόγου και αλλοδαπών μαθητών που μαθαίνουν τα ελληνικά ως δεύτερη γλώσσα.
Οι επιμέρους δοκιμασίες του ΑΣΥΠ είναι οι εξής:
Δοκιμασία παρατεταμένης ακουστικής προσοχής: Η δοκιμασία αυτή αξιολογεί την ικανότητα εστίασης και διατήρησης της προσοχής σε προσδιοριζόμενα από πριν λεκτικά ερεθίσματα.
Δοκιμασία παρατεταμένης οπτικής προσοχής: Η δοκιμασία αξιολογεί την ταχύτητα και την ακρίβεια με την οποία ένα παιδί μπορεί να εστιάσει επιλεκτικά και να διατηρήσει την προσοχή του σε ένα προκαθορισμένο οπτικό ερέθισμα-στόχο (καμπάνα) που επαναλαμβάνεται σε τυχαία διάταξη μέσα σε πλήθος άλλων «άσχετων» σχεδίων.
Εύρος ακουστικής προσοχής: Η δοκιμασία αξιολογεί την ικανότητα επεξεργασίας, διατήρησης στη συνείδηση και αναπαραγωγής λεκτικών πληροφοριών που συνδέονται μεταξύ τους νοηματικά.
Εύρος οπτικής προσοχής: Η δοκιμασία εύρος οπτικής προσοχής (θέσεις στο χώρο) αξιολογεί την ικανότητα βραχύχρονης συγκράτησης ενός αριθμού θέσεων σε μία οπτική σκηνή (παιδική χαρά).

Αυτοματοποιημένη διερεύνηση (με την ανάπτυξη ειδικού λογισμικού) ειδικών μαθησιακών δυσκολιών στην παραγωγή και πρόσληψη γραπτού και προφορικού λόγου για μαθητές Β’- Δ’ Δημοτικού
(Σκαλούμπακας & Πρωτόπαπας, 2007α)
Το τεστ ανίχνευσης, εξετάζει σε μεγάλο βαθμό, τομείς δεξιοτήτων του γραπτού και του προφορικού λόγου. Μέσω του τεστ, δίνεται η ευκαιρία στον εκπαιδευτικό ή άλλον αρμόδιο, να διαμορφώσει μια γενικότερη εικόνα για το προφίλ των επιδόσεων του μαθητή.
Το σύστημα του λογισμικού ΛΑΜΔΑ, βασίζεται στο σύστημα πολλαπλής επιλογής.

ΤΟΜΕΙΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ

Αναγνώριση ερεθισμάτων: Η αναγνώριση οπτικών ερεθισμάτων είναι το Α και το Ω στη σωστή αξιολόγηση του μαθητή.
Ορθογραφία: το επίπεδο ενός μαθητή στην ορθογραφία εξαρτάται από τη γενικότερη γλωσσική του εμπειρία και, ειδικότερα, από την εμπειρία του στον γραπτό λόγο.
Μορφοσυντακτική επεξεργασία: το καλό μορφοσυντακτικό επίπεδο του μαθητή, του επιτρέπει να συνθέτει τις προτάσεις με ακρίβεια στο νόημα και να καταλαβαίνει ευκολότερα και γρηγορότερα αυτά που διαβάζει.
Μορφοσυντακτικά λάθη και στον προφορικό λόγο: χρήση λάθος πρόθεσης, παράλειψη μιας πρόθεσης, πληθυντικός χωρίς επαύξηση. Η χαμηλή επίδοση και ταχύτητα στη μορφοσύνταξη μπορεί να
σχετίζεται με αναγνωστικές δυσκολίες και όχι απαραίτητα με γλωσσικές.
Κατανόηση προφορικού λόγου: Η κατανόηση προφορικού λόγου είναι απαραίτητη προϋπόθεση της γλωσσικής επικοινωνίας προφορικής ή γραπτής. Παράλληλα, η επίδοση στην προφορική κατανόηση συμβάλλει και επηρεάζει το υψηλό επίπεδο γραπτής κατανόησης. Ένας μαθητής κατά κανόνα, έχει καλύτερη επίδοση στον προφορικό παρά στον γραπτό λόγο.
Λεξιλόγιο: Το λεξιλόγιο εξετάζεται στο ΛΑΜΔΑ με μία άσκηση «επιλογής εικόνας».
Αντίληψη χαρακτηριστικών μουσικής: Οι διεργασίες αντίληψης χαρακτηριστικών της μουσικής (ρυθμός, αρμονία, μελωδία) είναι άμεσα συνδεδεμένες με αντίστοιχες διεργασίες αντίληψης χαρακτηριστικών του προφορικού λόγου. Σε παιδιά με διαταραχές της γλωσσικής ανάπτυξης και του γραμματισμού, η ικανότητα αναπαραγωγής του μουσικού ρυθμού συνδέεται με τη γλωσσική ικανότητα.
Μη λεκτική νοητική ικανότητα: 2 ασκήσεις 1η (Οπτικές αλληλουχίες) 4 σχήματα και 15η κενή θέση, 5 επιλογές για τη συμπλήρωση της 5ης μόνο μία ταιριάζει. 2η (Συμπλήρωση σχημάτων) βασικό σχήμα το οποίο περιέχει επαναλαμβανόμενες ή συνδυαζόμενες επιμέρους παραστάσεις. Ένα μέρος απ’ το σχήμα έχει αφαιρεθεί. Ζητούμενο να συμπληρωθεί το κενό.

Διερεύνηση των δυσκολιών στη γραπτή έκφραση των μαθητών Γ’ – ΣΤ’ Δημοτικού
(Οικονόμου, κ.ά., 2007α)
Σκοπός του εργαλείου είναι η διερεύνηση των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν μαθητές του Δημοτικού σχολείου κατά τη διαδικασία παραγωγής και επεξεργασίας του γραπτού λόγου.
Η κατασκευή του τεστ βασίστηκε στα νεότερα θεωρητικά πρότυπα ανάπτυξης και μελέτης της παραγωγής και επεξεργασίας του γραπτού λόγου, σύμφωνα με τα οποία η παραγωγή του γραπτού λόγου είναι μια σύνθετη και πολυεπίπεδη γνωστική διαδικασία, στην οποία εμπλέκονται οι γνώσεις του ατόμου για τα γράμματα, τις συλλαβές, τις λέξεις, την ορθογραφία των λέξεων, τη γραμματική, το συντακτικό, τις ιδέες και τις σκέψεις του.
Η δομή του τεστ: Το τεστ αποτελείται από δύο μέρη, α) την παραγωγή του γραπτού λόγου και β) την επεξεργασία του γραπτού λόγου των μαθητών. Με βάση την ερμηνεία των αποτελεσμάτων αξιολόγησης, ο ειδικός παιδαγωγός και ο σχολικός ψυχολόγος μπορούν να εκπονήσουν το κατάλληλο πρόγραμμα εκπαιδευτικής παρέμβασης για την εξατομικευμένη αντιμετώπιση των δυσκολιών στην παραγωγή και στην επεξεργασία του γραπτού λόγου. Το τεστ μπορεί να χορηγηθεί από τους εκπαιδευτικούς των γενικών σχολείων, τους ειδικούς παιδαγωγούς και τους σχολικούς ψυχολόγους.
Τι περιλαμβάνει το τεστ: Το υλικό του τεστ αποτελείται από τα τεύχη «Οδηγός εξεταστή», «Φυλλάδιο εξέτασης», «Δελτίο βαθμολόγησης» και «Τεύχος παρουσίασης Υλικού», τα οποία είναι συσκευασμένα σε ειδικό κουτί.

Αυτοματοποιημένη διερεύνηση (με ανάπτυξη ειδικού λογισμικού) των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών στην παραγωγή, επεξεργασία και πρόσληψη γραπτού και προφορικού λόγου για μαθητές Ε’ Δημοτικού – Β’ Γυμνασίου
(Σκαλούμπακας & Πρωτόπαπας, 2007β)
Σκοπός του ΛΑΜΔΑ είναι η «αυτοματοποιημένη» ανίχνευση μαθησιακών δυσκολιών στον γραπτό και τον προφορικό λόγο. Αυτοματοποιημένη, σημαίνει πως ολόκληρη η διαδικασία του ΛΑΜΔΑ εκτελείται και ελέγχεται από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή αυτόματα.
Ανίχνευση, σημαίνει πως δεν γίνεται πλήρης κλινική εκτίμηση ή διάγνωση ΜΔ παρά μόνο μια σκιαγράφηση των τομέων ιδιαίτερης αδυναμίας των μαθητών, ώστε να μπορούν να εντοπιστούν όσα παιδιά χρειάζονται πληρέστερη αξιολόγηση και ενδεχομένως ειδική εκπαιδευτική υποστήριξη.
Τα πλεονεκτήματα του τεστ είναι τα ακόλουθα: 1. Δεν χρειάζεται η παρέμβαση του ειδικού. 2. Όχι σπατάλη μεγάλων πόρων-εφικτή λύση. 3. Υπάρχει αξιοπιστία-όλοι εξετάζονται στο ίδιο τεστ. 4. Χορηγείται γρήγορα και σε μεγάλο αριθμό. 5. Δεν υπάρχει άγχος. 6. Άμεσα και γρήγορα αποτελέσματα από Η/Υ.
Το περιεχόμενο των ασκήσεων διαφοροποιείται ανά δύο τάξεις: E’ και ΣΤ’ Δημοτικού - Α’ και Β’ Γυμνασίου.
Οι ερωτήσεις του τεστ επικεντρώνονται κυρίως στον γλωσσικό τομέα. Οι δοκιμασίες δεν εστιάζουν στη λεκτική νοητική ικανότητα των παιδιών αλλά στην οπτικοχωρική τους αντίληψη. Οι γενικοί τομείς δεξιοτήτων που αξιολογούνται στο ΛΑΜΔΑ, καθώς και οι επιμέρους δοκιμασίες κάθε τομέα, είναι οι εξής:
1. Αναγνώριση ερεθισμάτων (εικόνας, λέξεων),
2. Oρθογραφία (ιστορική, γραμματική).
3. Κατανόηση κειμένων (προφορική, γραπτή),
4. Μορφοσύνταξη (συμπλήρωση προτάσεων, αναλογίες),
5.Λεξιλόγιο (επιλογή εικόνας, ορισμός λέξεων),
6. Μνήμη εργασίας (εύρος γραμμάτων),
7. Μη λεκτική νοητική ικανότητα (συμπλήρωση σχημάτων),
8. Αντίληψη χαρακτηριστικών μουσικής.

 

 

 

 

 

 

Δείτε επίσης

Post Ανίχνευση

Ανίχνευση